Στέλιος Σιατταoύλα 5293
Manuel Delanda – Μορφογένεσης
Ο Manuel Delanda προσεγγίζει την έννοια της μορφογένεσης ως καλλιτεχνικό στοιχείο βασιζόμενος στη θεωρία του φιλόσοφου Gilles Deleuze. Επισημαίνει τη σημασία της μορφογένεσης και της υλικότητας κατά τον Deleuze, στη διαμόρφωση της φιλοσοφίας και της τέχνης. Θεωρεί τον Deleuze ως υποστηρικτή ενός σύγχρονου υλισμού ο οποίος αντιλαμβάνεται την υλικότητα ως ένα απαραίτητο στοιχείο στην φιλοσοφική αναζήτηση. Ο Delanda συγκρίνοντας την φυσική μορφογενετική διαδικασία με την καλλιτεχνική, αναφέρει ότι στη δεύτερη ο καλλιτέχνης χρησιμοποιώντας τους μηχανισμούς της μορφογένεσης στη φύση είναι ο ίδιος μέρος της δημιουργικής παραγωγής της μορφής. Σαν παράδειγμα αυτής της θεώρησής του αναφέρει την περίπτωση του Frei Otto όπου με αναλογικό υπολογισμό καμπυλών (πριν εμφανιστεί η ψηφιακή απεικόνιση μέσω του υπολογιστή) χρησιμοποιώντας τις φυσικές ιδιότητες του διαλύματος σαπουνιού σε συνάρτηση με μακέτα σχηματίζει υπερβολικές παραβολοειδές τις οποίες χρησιμοποιεί στα έργα του (γερμανικό περίπτερο στην Expo‘ 67 στο Μόντρεαλ 1965‐1967 , στέγαση Ολυμπιακού Πάρκου του Μονάχου 1968‐1972). Ο Otto χρησιμοποιώντας αυτή την διαδικασία στα έργα του επιτυγχάνει την κατάλληλη προσαρμογή των δομών στο περιβάλλοντα χώρο, με πολύ χαμηλή επίπτωση στο υφιστάμενο τοπίο. Εστιάζει το ενδιαφέρον του στην αισθητική της δομής, πάντα όμως σε συνδυασμό με τον σεβασμό προς τον άνθρωπο και τη φύση.Συνεχίζοντας, ο DeLanda υποστηρίζει ότι η εκφραστικότητα της ύλης, όπου η ύλη αντλεί τις μορφογενετικές της δυνάμεις οφείλουν να αναζητηθούν και να αναλυθούν περεταίρω από την επιστήμη που έχει την δυνατότητα καλύτερης κατανόησης της υλικότητας. Έτσι, αναλύει στη συνέχεια τρία είδη συλλογισμού τα οποία δανείζεται ο Deleuze από διαφορετικούς κλάδους της επιστήμης...
1. Η Πληθυσμιακή σκέψη (population thinking) η οποία διαμορφώνεται την δεκαετία του '30 προκύπτει από την βιολογία που τις ρίζες της έχει στις δαρβινιστικές θεωρίες περί της εξέλιξης καθώς και αργότερα στις ανακαλύψεις του Mendel στον τομέα της γενετικής περί της μετάδοσης των γενετικών πληροφοριών από γενιά σε γενιά και έχει ως αντικείμενο μελέτης τα υπαρκτά αντικείμενα. Κατά τον DeLanda αυτό το είδος συλλογισμού μέσα από τις διάφορες επιλογές που γίνονται από τους ανθρώπους οδηγούν στη μορφογένεση αντικειμένων. Ως παράδειγμα αναφέρει την επικράτηση μιας διαλέκτου που έγινε γλώσσα έναντι άλλων που προκύπτει απο την υλικότητα (η κίνηση των μορίων του αέρα, τα χείλη, η γλώσσα, τα δόντια κτλ.)
2. Η Εντατική σκέψη (intensive thinking) προέρχεται από την μελέτη της Θερμοδυναμικής και αναφέρεται στην εφεύρεση της ατμομηχανής ως ένας νέος τρόπος λειτουργιάς που προκύπτει με την παρατήρηση των μηχανισμών λειτουργίας της φύσης. Αποτελεί μέθοδο για την ανάλυση του τρόπου με τον οποίο η ενέργεια μεταφέρεται μέσα σε ένα δίκτυο αντικειμένων και ερευνά τη διαδικασία που παράγει τα υπαρκτά αντικείμενα.
3. Η Τοπολογική σκέψη (topological thinking) έχει ως βάση τα μαθηματικά και μελετά τα αντικείμενα που είναι μεν αληθινά (real) αλλά όχι απτά (actual), δηλαδή αναφέρεται στα εικονικά πράγματα (virtual things).
Οι προσπάθειες του ανθρώπου να κατανοήσει τη φύση οδήγησαν στη εμφάνιση διάφορων επιστημονικών κλάδων, ο κάθε κλάδος ακολουθεί τη δική του μεθοδολογία αποτρέποντας όμως τον συνδυασμό διαφορετικών τρόπων συλλογισμού στη μεθοδολογία τους. Ο DeLanda αναφέρει ότι μόνο η οικολογία συνδυάζει και τα τρία είδη συλλογισμού (διεπιστημονικό πεδίο). Ο οικολόγος, πρέπει να γνωρίζει πως συν-εξελίσσονται η χλωρίδα και η πανίδα και ποιες είναι οι κοινές ανάγκες και λειτουργίες τους (Πληθυσμιακή σκέψη), όσο και να μπορεί να κατανοήσει το δίκτυο που αναπτύσσεται για την κυκλοφορία της βιομάζας-ενέργειας (Εντατική σκέψη) όπως και την συνδεσιμότητα των ειδών στην τροφική αλυσίδα και να προσπαθεί να προβλέψει της συνέπειες από τις παρεμβάσεις των ανθρώπων. (Τοπολογική σκέψη)
Frédéric Migayrou – Future Frontiers
Ο Frédéric Migayrou αναφερόμενος στην εμφάνιση της Non-Standard ανάλυσης στον τομέα των μαθηματικών από τον Abraham Robinson κατά τη δεκαετία του '60, επικεντρώνεται στη διαμόρφωση και την εξέλιξη της έννοιας αυτής, στην εφαρμογή της στην αρχιτεκτονική από την δεκαετία του '90 έως και σήμερα. Εξηγεί πως η θεώρηση αυτή ξεφεύγει από τις μοντερνιστικές, επαναλαμβανόμενες, μαζικής παραγωγής αρχές προκειμένου να αντιμετωπιστεί η πολυπλοκότητα, η παραλλαγή και η μαζική προσαρμογή. Επιπλέον, η διαδραστικότητα στην αρχιτεκτονική απευθύνεται στο επίπεδο όπου τα δομικά στοιχεία και τα κτίρια αποκτούν μια δυναμικότητα, που ενεργεί και αντιδρά προς αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών, κοινωνικών και τοπικών αναγκών.
Η Non-Standard αρχιτεκτονική ανήκει στους σύγχρονους αρχιτεκτονικούς πειραματισμούς, κάνοντας εκτεταμένη χρήση των τελευταίων τεχνολογιών υπολογιστικού σχεδιασμού και χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά πολύπλοκες δυναμικές μορφές που δείχνουν μια αναβίωση της οργανικής παράδοσης, ωστόσο με σημαντικές επιστημολογικές, αντιληπτικές, γεωμετρικές, μαθηματικές και τεχνολογικές διακρίσεις. Η οργανική μορφή που τώρα εξορθολογίζεται και αντικειμενοποιείται με ένα συνεχώς αυξανόμενο υπολογιστικό περιεχόμενο, τροφοδοτείται απο τα επιτεύγματα στις υπολογιστικές μεθοδολογίες και διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη και τον έλεγχο της μορφής.
Η επιλογή των έργων που περιλαμβάνονται στην έκθεση στο Κέντρο Pompidou στο Παρίσι (2003), είναι αξιοσημείωτη στο ότι ο Migayrou αναδεικνύει την ψηφιακή τεχνολογία όχι υπό την έννοια μιας νέας τεχνικής δυνατότητας, αλλά από την άποψη μιας αντιληπτικής δεξιότητας. Ο αλγοριθμικός αρχιτεκτονικός σχεδιασμός έχει ως βασικό χαρακτηριστικό την ικανότητα να ελέγχει τη μεταβλητότητα των παραμέτρων επιτυγχάνοντας έτσι την προσομοίωση και αναπαράσταση σύνθετων, μη συμβατικών μορφών, που στο παρελθόν ήταν αδύνατο να συλλάβει και να υλοποιήσει ο αρχιτέκτων.
Patrik Schumacher – The Parametricist Epoch
O Patrik Schumacher προσπαθεί να εισάγει μια νέα ενοποιητική θεωρία της αρχιτεκτονικής που να είναι μια παγκοσμίως αποδεκτή αναφορά και εφαρμογή. Οδηγός αυτής της θεωρίας είναι η αντίληψη του κινήματος του παραμετρισμού που θεωρεί ως αναπόφευκτο μακροπρόθεσμο στυλιστικό διάδοχο του Μοντερνισμού. Σκοπός του κινήματος είναι να αναλύσει και να οργανώσει την αυξανόμενη πολυπλοκότητα και ποικιλία των σύγχρονων κοινωνικών θεσμών και ανθρώπινων διεργασιών.
Αναφέρει πως η έννοια του στυλ πρέπει να επαναπροσδιοριστεί διότι παρόλο που είναι η μόνη μέσα από την οποία παρατηρείται και αναγνωρίζεται η αρχιτεκτονική από την υπόλοιπη κοινωνία, έξω από τους αρχιτεκτονικούς κύκλους, είναι αυτή που σηματοδοτεί τη μετάβαση από το ένα κίνημα στο άλλο. Θεωρεί ότι το στυλ δεν έχει να κάνει μόνο με την εμφάνιση και θα πρέπει να διαχωρίζεται και να μην ταυτίζεται με τις επιφανειακή, παροδική μόδα. Αντίθετα, είναι ένα ιστορικό φαινόμενο που μπορεί να διευρύνεται και στο μέλλον, επανακαθορίζοντας θεμελιώδεις κατηγορίες, σκοπούς και μεθόδους μιας συνεκτικής και συλλογικής προσπάθειας. Διακρίνει δε, τα στυλ σε εποχιακά, σε μεταβατικά και σε δευτερεύοντα. Υποστηρίζει ότι ο παραμετρισμός έχει ως στόχο να αποτελέσει ένα ενιαίο σύστημα αρχών, φιλοδοξιών και αξιών για την αρχιτεκτονική δραστηριότητα σε όλο το παγκόσμιο φάσμα και όχι μόνο για τους πρωτοπόρους αρχιτέκτονες.
Στον παραμετρικό σχεδιασμό επιχειρείται χειρισμός και οργάνωση της πολυπλοκότητας και ποικιλότητας μέσα από την καταγραφή παραμετρικών λειτουργικών σεναρίων τα οποία επιτρέπουν τη συνεχόμενη διαφοροποίηση και την δυναμική αλληλαντίδρασης μεταξύ των στοιχείων, υποσυνόλων και του συνόλου. Επίσης επισημένει πως ο παραμετρισμός δεν φορά μόνο τις μορφολογικές επεξεργασίες αλλά καθορίζεται και στην εύρεση της λειτουργίας.
Τέλος ο Schumacher αναγνωρίζει την δυσαρμονία (κακοφωνία όπως την ονομάζει ο ίδιος) των πολλών στυλ που επικρατούν, η οποία δημιουργεί ένα οπτικό χάος και περιορίζει τη σύγχρονη κοινωνική πολυπλοκότητα. Συμπεραίνει πως η επίτευξη, ώστε ο παραμετρισμός να κυριαρχήσει, ως ένα αδιάλλακτο στυλ έναντι των άλλων, έγκειται στην επιμονή και αυστηρότητα στις αρχές, τις αξίες και τις επιδιώξεις του. Περαιτέρω, επισημαίνει ότι δεν πρέπει να διαταράσσεται από μη παραμετριστές αρχιτέκτονες. Συγκρίνοντας τον παραμετρισμό με άλλα κινήματα, θεωρεί τον πραγματιστικό μοντερνισμό υπολειμματική κατηγορία με εξαιρετικά, ωστόσο, παραδείγματα, και αναγνωρίζει, ως σημαντικότερο αντίπαλο του τον μινιμαλισμό, που χαρακτηρίζει ως εξέλιξη του μοντερνισμού, εξίσου αδιάλλακτο στις αρχές του με τον παραμετρισμό αλλά και χωρίς σαφή θεωρία.
K. Τερζίδης - Εxpressive Form
Ο Τερζίδης, εξετάζει και αναλύει στην ουσία το ίδιο ζήτημα του παραμετρισμού και το αναδεικνύει σε κυρίαρχο αρχιτεκτονικό ρεύμα του 21ου αιώνα. Δεν προτείνει αρχές και αξίες για το κίνημα του παραμετρισμού στο σχεδιασμό, όπως ο Schumacher, αλλά επικεντρώνεται στις βασικές έννοιες πάνω στη εκφραστική μορφή, καθώς και στην σχεδιαστική διαδικασία με την υποστήριξη του Η/Υ (computerization) και την αλγοριθμική επίλυση σχεδιαστικών προβλημάτων (computation). Γίνεται μια προσπάθεια, απο τον ίδιο, προσδιορισμού μιας θεώρησης του σχεδιασμού που χρησιμοποιεί ως εργαλείο τον Η/Υ και την αλγοριθμική επεξεργασία. Παρουσιάζει δύο προσεγγίσεις για την κατανόηση και εφαρμογή των νέων δυνατοτήτων μορφοποίησης, που έχουν προκύψει από τον πειραματισμό των δυνατοτήτων που παρέχονται από τις διευκολύνσεις και τις τεχνολογικές καινοτομίες στον σχεδιασμό τα τελευταία χρόνια. Η πρώτη επαναξιολογεί τις παλιές θεωρίες με στόχο την ιστορική συνέχεια, όπου η ψηφιακή τεχνολογία είναι απλώς υποβοηθητικό εργαλείο για την έκφραση της ανθρώπινης αντίληψης και δημιουργικότητας. Η δεύτερη αναζητεί νέους μηχανισμούς πέρα από τις ανθρώπινες νοητικές δυνάμεις, σε ένα νέο πλαίσιο, όπου ο υπολογιστής συμβάλει δυναμικά στη δημιουργία, προσφέροντας με πειραματισμούς, ιδέες που διαφορετικά δεν θα μπορούσε να συλλάβει και να εκφράσει ο ανθρώπινος νους απο μόνος του, τροφοδοτώντας την φαντασία. Όπως και ο Schumacher αναφέρει ότι ο παραμετρισμός δεν αποτελεί απλώς μια μόδα, αλλά χαρακτηριστικό μιας νέας εποχής τροφοδοτώντας και επεκτείνοντας τα όρια της ανθρώπινης φαντασίας.
Στην δεύτερη προσέγγιση ουσιαστικά κάνει λόγο στην έννοια της εκφραστικότητας. Οι τεχνολογικές δυνατότητες που προσφέρονται, που επίσης εξελίσσονται διαρκώς χρόνο με τον χρόνο, στον ψηφιακό πειραματισμό και την εξερεύνηση του άγνωστου στον σχεδιασμό, σε συνδυασμό με την ανθρώπινη κατανόηση και ερμηνεία, συντελούν στην εκφραστικότητα. Αναφέρει ότι η εκφραστικότητα αυτή έχει χαρακτήρα αποκτώντας ταυτότητα, και δηλώνει κλίση με τις ιδέες της αντίληψης, του πειράματος, της πιθανότητας, της προσδοκίας, αλλά κυρίως του υπονοούμενου και του υποσυνείδητου (σιωπηρού). Με αυτόν τον τρόπο η μορφή αποκτά έννοια αφηρημένη με όχι τόσο διακριτά γεωμετρικά σχήματα και υλική υπόσταση, που κυρίως υπονοεί και εκφράζεται σιωπηρά, διεγείροντας τις αισθήσεις του θεατή, ο οποίος προσπαθεί να αντιληφθεί στο μυαλό του την οπτική της μορφής.
Τέλος ο Τερζίδης, επισημαίνει πως ο ρόλος του αρχιτέκτονα είναι αναπόσπαστο μέρος της σχεδιαστικής διαδικασίας, διατηρώντας πάντα τον έλεγχο, καθώς απαιτείται η αναγνώριση των απαιτήσεων ενός έργου και οι εξειδικευμένες γνώσεις πριν καθορίσει τις όποιες παραμέτρους ώστε ο υπολογιστής και ο αλγόριθμος να επεξεργαστούν και να δημιουργήσουν μια μορφή.
Manuel Delanda – Μορφογένεσης
Ο Manuel Delanda προσεγγίζει την έννοια της μορφογένεσης ως καλλιτεχνικό στοιχείο βασιζόμενος στη θεωρία του φιλόσοφου Gilles Deleuze. Επισημαίνει τη σημασία της μορφογένεσης και της υλικότητας κατά τον Deleuze, στη διαμόρφωση της φιλοσοφίας και της τέχνης. Θεωρεί τον Deleuze ως υποστηρικτή ενός σύγχρονου υλισμού ο οποίος αντιλαμβάνεται την υλικότητα ως ένα απαραίτητο στοιχείο στην φιλοσοφική αναζήτηση. Ο Delanda συγκρίνοντας την φυσική μορφογενετική διαδικασία με την καλλιτεχνική, αναφέρει ότι στη δεύτερη ο καλλιτέχνης χρησιμοποιώντας τους μηχανισμούς της μορφογένεσης στη φύση είναι ο ίδιος μέρος της δημιουργικής παραγωγής της μορφής. Σαν παράδειγμα αυτής της θεώρησής του αναφέρει την περίπτωση του Frei Otto όπου με αναλογικό υπολογισμό καμπυλών (πριν εμφανιστεί η ψηφιακή απεικόνιση μέσω του υπολογιστή) χρησιμοποιώντας τις φυσικές ιδιότητες του διαλύματος σαπουνιού σε συνάρτηση με μακέτα σχηματίζει υπερβολικές παραβολοειδές τις οποίες χρησιμοποιεί στα έργα του (γερμανικό περίπτερο στην Expo‘ 67 στο Μόντρεαλ 1965‐1967 , στέγαση Ολυμπιακού Πάρκου του Μονάχου 1968‐1972). Ο Otto χρησιμοποιώντας αυτή την διαδικασία στα έργα του επιτυγχάνει την κατάλληλη προσαρμογή των δομών στο περιβάλλοντα χώρο, με πολύ χαμηλή επίπτωση στο υφιστάμενο τοπίο. Εστιάζει το ενδιαφέρον του στην αισθητική της δομής, πάντα όμως σε συνδυασμό με τον σεβασμό προς τον άνθρωπο και τη φύση.Συνεχίζοντας, ο DeLanda υποστηρίζει ότι η εκφραστικότητα της ύλης, όπου η ύλη αντλεί τις μορφογενετικές της δυνάμεις οφείλουν να αναζητηθούν και να αναλυθούν περεταίρω από την επιστήμη που έχει την δυνατότητα καλύτερης κατανόησης της υλικότητας. Έτσι, αναλύει στη συνέχεια τρία είδη συλλογισμού τα οποία δανείζεται ο Deleuze από διαφορετικούς κλάδους της επιστήμης...
1. Η Πληθυσμιακή σκέψη (population thinking) η οποία διαμορφώνεται την δεκαετία του '30 προκύπτει από την βιολογία που τις ρίζες της έχει στις δαρβινιστικές θεωρίες περί της εξέλιξης καθώς και αργότερα στις ανακαλύψεις του Mendel στον τομέα της γενετικής περί της μετάδοσης των γενετικών πληροφοριών από γενιά σε γενιά και έχει ως αντικείμενο μελέτης τα υπαρκτά αντικείμενα. Κατά τον DeLanda αυτό το είδος συλλογισμού μέσα από τις διάφορες επιλογές που γίνονται από τους ανθρώπους οδηγούν στη μορφογένεση αντικειμένων. Ως παράδειγμα αναφέρει την επικράτηση μιας διαλέκτου που έγινε γλώσσα έναντι άλλων που προκύπτει απο την υλικότητα (η κίνηση των μορίων του αέρα, τα χείλη, η γλώσσα, τα δόντια κτλ.)
2. Η Εντατική σκέψη (intensive thinking) προέρχεται από την μελέτη της Θερμοδυναμικής και αναφέρεται στην εφεύρεση της ατμομηχανής ως ένας νέος τρόπος λειτουργιάς που προκύπτει με την παρατήρηση των μηχανισμών λειτουργίας της φύσης. Αποτελεί μέθοδο για την ανάλυση του τρόπου με τον οποίο η ενέργεια μεταφέρεται μέσα σε ένα δίκτυο αντικειμένων και ερευνά τη διαδικασία που παράγει τα υπαρκτά αντικείμενα.
3. Η Τοπολογική σκέψη (topological thinking) έχει ως βάση τα μαθηματικά και μελετά τα αντικείμενα που είναι μεν αληθινά (real) αλλά όχι απτά (actual), δηλαδή αναφέρεται στα εικονικά πράγματα (virtual things).
Οι προσπάθειες του ανθρώπου να κατανοήσει τη φύση οδήγησαν στη εμφάνιση διάφορων επιστημονικών κλάδων, ο κάθε κλάδος ακολουθεί τη δική του μεθοδολογία αποτρέποντας όμως τον συνδυασμό διαφορετικών τρόπων συλλογισμού στη μεθοδολογία τους. Ο DeLanda αναφέρει ότι μόνο η οικολογία συνδυάζει και τα τρία είδη συλλογισμού (διεπιστημονικό πεδίο). Ο οικολόγος, πρέπει να γνωρίζει πως συν-εξελίσσονται η χλωρίδα και η πανίδα και ποιες είναι οι κοινές ανάγκες και λειτουργίες τους (Πληθυσμιακή σκέψη), όσο και να μπορεί να κατανοήσει το δίκτυο που αναπτύσσεται για την κυκλοφορία της βιομάζας-ενέργειας (Εντατική σκέψη) όπως και την συνδεσιμότητα των ειδών στην τροφική αλυσίδα και να προσπαθεί να προβλέψει της συνέπειες από τις παρεμβάσεις των ανθρώπων. (Τοπολογική σκέψη)
Frédéric Migayrou – Future Frontiers
Ο Frédéric Migayrou αναφερόμενος στην εμφάνιση της Non-Standard ανάλυσης στον τομέα των μαθηματικών από τον Abraham Robinson κατά τη δεκαετία του '60, επικεντρώνεται στη διαμόρφωση και την εξέλιξη της έννοιας αυτής, στην εφαρμογή της στην αρχιτεκτονική από την δεκαετία του '90 έως και σήμερα. Εξηγεί πως η θεώρηση αυτή ξεφεύγει από τις μοντερνιστικές, επαναλαμβανόμενες, μαζικής παραγωγής αρχές προκειμένου να αντιμετωπιστεί η πολυπλοκότητα, η παραλλαγή και η μαζική προσαρμογή. Επιπλέον, η διαδραστικότητα στην αρχιτεκτονική απευθύνεται στο επίπεδο όπου τα δομικά στοιχεία και τα κτίρια αποκτούν μια δυναμικότητα, που ενεργεί και αντιδρά προς αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών, κοινωνικών και τοπικών αναγκών.
Η Non-Standard αρχιτεκτονική ανήκει στους σύγχρονους αρχιτεκτονικούς πειραματισμούς, κάνοντας εκτεταμένη χρήση των τελευταίων τεχνολογιών υπολογιστικού σχεδιασμού και χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά πολύπλοκες δυναμικές μορφές που δείχνουν μια αναβίωση της οργανικής παράδοσης, ωστόσο με σημαντικές επιστημολογικές, αντιληπτικές, γεωμετρικές, μαθηματικές και τεχνολογικές διακρίσεις. Η οργανική μορφή που τώρα εξορθολογίζεται και αντικειμενοποιείται με ένα συνεχώς αυξανόμενο υπολογιστικό περιεχόμενο, τροφοδοτείται απο τα επιτεύγματα στις υπολογιστικές μεθοδολογίες και διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη και τον έλεγχο της μορφής.
Η επιλογή των έργων που περιλαμβάνονται στην έκθεση στο Κέντρο Pompidou στο Παρίσι (2003), είναι αξιοσημείωτη στο ότι ο Migayrou αναδεικνύει την ψηφιακή τεχνολογία όχι υπό την έννοια μιας νέας τεχνικής δυνατότητας, αλλά από την άποψη μιας αντιληπτικής δεξιότητας. Ο αλγοριθμικός αρχιτεκτονικός σχεδιασμός έχει ως βασικό χαρακτηριστικό την ικανότητα να ελέγχει τη μεταβλητότητα των παραμέτρων επιτυγχάνοντας έτσι την προσομοίωση και αναπαράσταση σύνθετων, μη συμβατικών μορφών, που στο παρελθόν ήταν αδύνατο να συλλάβει και να υλοποιήσει ο αρχιτέκτων.
Patrik Schumacher – The Parametricist Epoch
O Patrik Schumacher προσπαθεί να εισάγει μια νέα ενοποιητική θεωρία της αρχιτεκτονικής που να είναι μια παγκοσμίως αποδεκτή αναφορά και εφαρμογή. Οδηγός αυτής της θεωρίας είναι η αντίληψη του κινήματος του παραμετρισμού που θεωρεί ως αναπόφευκτο μακροπρόθεσμο στυλιστικό διάδοχο του Μοντερνισμού. Σκοπός του κινήματος είναι να αναλύσει και να οργανώσει την αυξανόμενη πολυπλοκότητα και ποικιλία των σύγχρονων κοινωνικών θεσμών και ανθρώπινων διεργασιών.
Αναφέρει πως η έννοια του στυλ πρέπει να επαναπροσδιοριστεί διότι παρόλο που είναι η μόνη μέσα από την οποία παρατηρείται και αναγνωρίζεται η αρχιτεκτονική από την υπόλοιπη κοινωνία, έξω από τους αρχιτεκτονικούς κύκλους, είναι αυτή που σηματοδοτεί τη μετάβαση από το ένα κίνημα στο άλλο. Θεωρεί ότι το στυλ δεν έχει να κάνει μόνο με την εμφάνιση και θα πρέπει να διαχωρίζεται και να μην ταυτίζεται με τις επιφανειακή, παροδική μόδα. Αντίθετα, είναι ένα ιστορικό φαινόμενο που μπορεί να διευρύνεται και στο μέλλον, επανακαθορίζοντας θεμελιώδεις κατηγορίες, σκοπούς και μεθόδους μιας συνεκτικής και συλλογικής προσπάθειας. Διακρίνει δε, τα στυλ σε εποχιακά, σε μεταβατικά και σε δευτερεύοντα. Υποστηρίζει ότι ο παραμετρισμός έχει ως στόχο να αποτελέσει ένα ενιαίο σύστημα αρχών, φιλοδοξιών και αξιών για την αρχιτεκτονική δραστηριότητα σε όλο το παγκόσμιο φάσμα και όχι μόνο για τους πρωτοπόρους αρχιτέκτονες.
Στον παραμετρικό σχεδιασμό επιχειρείται χειρισμός και οργάνωση της πολυπλοκότητας και ποικιλότητας μέσα από την καταγραφή παραμετρικών λειτουργικών σεναρίων τα οποία επιτρέπουν τη συνεχόμενη διαφοροποίηση και την δυναμική αλληλαντίδρασης μεταξύ των στοιχείων, υποσυνόλων και του συνόλου. Επίσης επισημένει πως ο παραμετρισμός δεν φορά μόνο τις μορφολογικές επεξεργασίες αλλά καθορίζεται και στην εύρεση της λειτουργίας.
Τέλος ο Schumacher αναγνωρίζει την δυσαρμονία (κακοφωνία όπως την ονομάζει ο ίδιος) των πολλών στυλ που επικρατούν, η οποία δημιουργεί ένα οπτικό χάος και περιορίζει τη σύγχρονη κοινωνική πολυπλοκότητα. Συμπεραίνει πως η επίτευξη, ώστε ο παραμετρισμός να κυριαρχήσει, ως ένα αδιάλλακτο στυλ έναντι των άλλων, έγκειται στην επιμονή και αυστηρότητα στις αρχές, τις αξίες και τις επιδιώξεις του. Περαιτέρω, επισημαίνει ότι δεν πρέπει να διαταράσσεται από μη παραμετριστές αρχιτέκτονες. Συγκρίνοντας τον παραμετρισμό με άλλα κινήματα, θεωρεί τον πραγματιστικό μοντερνισμό υπολειμματική κατηγορία με εξαιρετικά, ωστόσο, παραδείγματα, και αναγνωρίζει, ως σημαντικότερο αντίπαλο του τον μινιμαλισμό, που χαρακτηρίζει ως εξέλιξη του μοντερνισμού, εξίσου αδιάλλακτο στις αρχές του με τον παραμετρισμό αλλά και χωρίς σαφή θεωρία.
K. Τερζίδης - Εxpressive Form
Ο Τερζίδης, εξετάζει και αναλύει στην ουσία το ίδιο ζήτημα του παραμετρισμού και το αναδεικνύει σε κυρίαρχο αρχιτεκτονικό ρεύμα του 21ου αιώνα. Δεν προτείνει αρχές και αξίες για το κίνημα του παραμετρισμού στο σχεδιασμό, όπως ο Schumacher, αλλά επικεντρώνεται στις βασικές έννοιες πάνω στη εκφραστική μορφή, καθώς και στην σχεδιαστική διαδικασία με την υποστήριξη του Η/Υ (computerization) και την αλγοριθμική επίλυση σχεδιαστικών προβλημάτων (computation). Γίνεται μια προσπάθεια, απο τον ίδιο, προσδιορισμού μιας θεώρησης του σχεδιασμού που χρησιμοποιεί ως εργαλείο τον Η/Υ και την αλγοριθμική επεξεργασία. Παρουσιάζει δύο προσεγγίσεις για την κατανόηση και εφαρμογή των νέων δυνατοτήτων μορφοποίησης, που έχουν προκύψει από τον πειραματισμό των δυνατοτήτων που παρέχονται από τις διευκολύνσεις και τις τεχνολογικές καινοτομίες στον σχεδιασμό τα τελευταία χρόνια. Η πρώτη επαναξιολογεί τις παλιές θεωρίες με στόχο την ιστορική συνέχεια, όπου η ψηφιακή τεχνολογία είναι απλώς υποβοηθητικό εργαλείο για την έκφραση της ανθρώπινης αντίληψης και δημιουργικότητας. Η δεύτερη αναζητεί νέους μηχανισμούς πέρα από τις ανθρώπινες νοητικές δυνάμεις, σε ένα νέο πλαίσιο, όπου ο υπολογιστής συμβάλει δυναμικά στη δημιουργία, προσφέροντας με πειραματισμούς, ιδέες που διαφορετικά δεν θα μπορούσε να συλλάβει και να εκφράσει ο ανθρώπινος νους απο μόνος του, τροφοδοτώντας την φαντασία. Όπως και ο Schumacher αναφέρει ότι ο παραμετρισμός δεν αποτελεί απλώς μια μόδα, αλλά χαρακτηριστικό μιας νέας εποχής τροφοδοτώντας και επεκτείνοντας τα όρια της ανθρώπινης φαντασίας.
Στην δεύτερη προσέγγιση ουσιαστικά κάνει λόγο στην έννοια της εκφραστικότητας. Οι τεχνολογικές δυνατότητες που προσφέρονται, που επίσης εξελίσσονται διαρκώς χρόνο με τον χρόνο, στον ψηφιακό πειραματισμό και την εξερεύνηση του άγνωστου στον σχεδιασμό, σε συνδυασμό με την ανθρώπινη κατανόηση και ερμηνεία, συντελούν στην εκφραστικότητα. Αναφέρει ότι η εκφραστικότητα αυτή έχει χαρακτήρα αποκτώντας ταυτότητα, και δηλώνει κλίση με τις ιδέες της αντίληψης, του πειράματος, της πιθανότητας, της προσδοκίας, αλλά κυρίως του υπονοούμενου και του υποσυνείδητου (σιωπηρού). Με αυτόν τον τρόπο η μορφή αποκτά έννοια αφηρημένη με όχι τόσο διακριτά γεωμετρικά σχήματα και υλική υπόσταση, που κυρίως υπονοεί και εκφράζεται σιωπηρά, διεγείροντας τις αισθήσεις του θεατή, ο οποίος προσπαθεί να αντιληφθεί στο μυαλό του την οπτική της μορφής.
Τέλος ο Τερζίδης, επισημαίνει πως ο ρόλος του αρχιτέκτονα είναι αναπόσπαστο μέρος της σχεδιαστικής διαδικασίας, διατηρώντας πάντα τον έλεγχο, καθώς απαιτείται η αναγνώριση των απαιτήσεων ενός έργου και οι εξειδικευμένες γνώσεις πριν καθορίσει τις όποιες παραμέτρους ώστε ο υπολογιστής και ο αλγόριθμος να επεξεργαστούν και να δημιουργήσουν μια μορφή.